Με τις επιδημικές διαστάσεις που παίρνει η ασθένεια του κορωνοϊού (SARS-CoCV-2), τη σχετική καταιγιστική ενημέρωση από τα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο, αλλά και τις ενδοοικογενειακές σχετικές συζητήσεις, πολλά παιδιά έχουν διάχυτη την ανησυχία για τις επιπτώσεις της λοίμωξης στην υγεία και την ασφάλεια τους, αλλά και στην υγεία και την ασφάλεια της οικογένειας και των φίλων τους. Η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων, τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται, η διάσταση που δίνεται από τα ΜΜΕ, επηρεάζουν την ψυχολογία και την καθημερινή ζωή των παιδιών. Σχολεία και φροντιστήρια κλείνουν, σχολικά ταξίδια, αθλητικά τουρνουά και οικογενειακές διακοπές αναβάλλονται ή ακυρώνονται.
Δικαιολογείται λοιπόν τα παιδιά να παρουσιάζουν αυξημένο δείκτη ανησυχίας. Κάποια μάλιστα, που από την φύση τους είναι αγχώδη, μπορεί να παρουσιάσουν εμμονικές αντιδράσεις στο πλύσιμο των χεριών, τη λήψη προληπτικών μέτρων, στο φόβο για ζωντανή επικοινωνία και συμμετοχή σε συναθροίσεις, σε βαθμό ψυχικής διαταραχής που να απαιτείται ιατρική φροντίδα.
Εδώ οι ειδικοί λένε ότι με την κατάλληλη προσέγγιση τα παιδιά μπορούν να είναι ενημερωμένα, να αισθάνονται ασφαλή και να διαχειρίζονται με επιτυχία τους φόβους των. Άτομα από το οικογενειακό και το εκπαιδευτικό περιβάλλον, θα πρέπει να παρέχουν στα παιδιά ειλικρινείς και ακριβείς πληροφορίες προσαρμοσμένες στην ηλικία και το αναπτυξιακό τους επίπεδο, για απορίες και ερωτηματικά που προκύπτουν. Ωστόσο, είναι επίσης αποδεκτό ότι κάποιες απορίες δεν μπορούν να απαντηθούν. Η ροή πληροφοριών για τον τρόπο εξάπλωσης του ιού, τα μέτρα προστασίας που πρέπει να λαμβάνονται, ο σαφής περιορισμός της επικοινωνίας και των συναναστροφών, οι προτεινόμενες θεραπείες με αμφίβολα αποτελέσματα, ο δείκτης θνησιμότητας που εκτινάσσεται στα ύψη, όλα αυτά τα πρωτόγνωρα και σοκαριστικά δεδομένα προφανώς πέφτουν και στην αντίληψη των παιδιών.
Θα πρέπει λοιπόν τα παιδιά να έχουν ενημέρωση από πρώτο χέρι, με ειλικρίνεια, ηρεμία και χωρίς ίχνος πανικού. Στη κάθε ευκαιρία, υπενθυμίστε στα παιδιά ότι υπάρχουν πολλοί επιστήμονες σε μεγάλα ερευνητικά κέντρα που εργάζονται μέρα νύχτα για να βρουν λύσεις στο πρόβλημα και να μας κρατήσουν ασφαλείς. Είναι σημαντικό να δίνουμε προσοχή όχι μόνο σε αυτά που λέμε, αλλά και πώς τα λέμε. Όταν μιλάμε για την επιδημία και τον ιό πρέπει να είμαστε ήρεμοι και πειστικοί. Αν η φωνή μας προσδίδει φόβο και ανησυχία στα λεγόμενα μας, θα επηρεάσουμε αρνητικά τα παιδιά και θα τα γεμίσουνε άγχος, ανησυχία και μαύρες σκέψεις.
Είναι σκόπιμο να συζητάμε αυτά που έχουν ήδη ακούσει, ώστε να γνωρίζουμε τι ξέρουν και να μας δίνεται η ευκαιρία να διορθώνουμε φήμες και ανακριβείς πληροφορίες. Στο παιδικό μυαλό ο κίνδυνος μπορεί να πάρει απίθανες διαστάσεις και αυτό πρέπει να το προλαβαίνουμε. Το ίδιο ισχύει και όταν οι ενήλικες συζητούν μεταξύ τους. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι «τα παιδιά ακούνε» και εισπράττουν κάθε άγχος ή πανικό που εκφράζουν οι ενήλικες. Ορισμένα παιδιά που έχουν εμπειρία από σοβαρή ασθένεια στο παρελθόν ή βίωσαν απώλεια προσφιλών ατόμων μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε δελτία ειδήσεων σχετικά με την νόσο ή σε εικόνες ασθένειας ή θανάτου. Αυτά τα παιδιά χρειάζονται ιδιαίτερη μεταχείριση και ειδική αντιμετώπιση.
Είναι χρήσιμο και ασφαλές να είμαστε καθησυχαστικοί στις συζητήσεις μας αλλά δεν πρέπει να δημιουργούμε μη ρεαλιστικές εικόνες. Τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι θα προσαρμοσθούμε στα καινούργια δεδομένα για να αντιμετωπίσουμε την επιδημία έστω κι αν αυτό σημαίνει μεγάλες αλλαγές στην καθημερινότητα μας.
Η επιδημία αποτελεί μια προσωρινή κατάσταση, η οποία θα περάσει και θα μπούμε πάλι στη κανονική μας ζωή. Δεν πρέπει όμως να υποσχεθείτε ότι κανείς από το άμεσο ή ευρύτερο περιβάλλον σας δεν θα αρρωστήσει. Πάντως, το αισιόδοξο μήνυμα είναι ότι τα περισσότερα παιδιά αντιμετωπίζουν ψύχραιμα και με ρεαλισμό τη κατάσταση, δείχνουν ότι προσαρμόζονται στα καινούργια δεδομένα και ότι διαθέτουν τη δύναμη να ξεπεράσουν τα πρακτικά και ψυχολογικά προβλήματα που δημιουργεί η επιδημία του SARS-CoCV-2.