ΑΓΓΕΙΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

ΑΓΓΕΙΟΚΙΝΗΤΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Αγγειοκινητική ρινίτιδα είναι μια μη φλεγμονώδης κατάσταση της μύτης, η οποία εκδηλώνεται κυρίως με συμφόρεση και απόφραξη που οφείλονται σε αγγειοκινητικές διαταραχές.

Ο ρινικός βλεννογόνος και οι ρινικές κόγχες, που είναι λειτουργικά εξαρτήματα της μύτης, διαθέτουν ένα άφθονο δίκτυο αρτηριών, φλεβών και τριχοειδών αγγείων, το οποίο έχει ικανότητα να διαστέλλεται ή να συστέλλεται σε μεγάλο βαθμό.

Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες αυτό το αγγειακό δίκτυο είναι σε συστολή κατά το ήμισυ. Αλλά όταν κάποιος ασκείται έντονα και ορμόνες όπως η αδρεναλίνη, απελευθερώνονται στον οργανισμό, τότε προκαλείται συστολή και σύμπτωση των αγγείων της μύτης με αποτέλεσμα να ανοίγει η ρινική βαλβίδα και να επιτρέπει πολλαπλάσια δίοδο αέρα που ο αθλούμενος τον έχει ανάγκη και τότε αναπνέει πολύ πιο ελεύθερα από τη μύτη.

aggeiokinitikh-rinitidaΤο αντίθετο συμβαίνει όταν εξελίσσεται μια αλλεργική ρινίτιδα ή ένα κοινό κρυολόγημα. Τα αγγεία διαστέλλονται ο βλεννογόνος και οι κόγχες γίνονται συμφορητικές και διογκώνονται με αποτέλεσμα μια αποφρακτική συμφορητική μύτη.

Επιπρόσθετα της αλλεργικής ρινίτιδας και των λοιμώξεων, άλλες καταστάσεις που μπορεί να κάνουν τα αγγεία της μύτης να διασταλούν και να οδηγήσουν σε αγγειοκινητική ρινίτιδα είναι το ψυχικό στρες, η ανεπαρκής λειτουργία του θυρεοειδή αδένα, ή εγκυμοσύνη, ορισμένα αντυπερτασικά φάρμακα, υπερδοσολογία ή παρατεταμένη χρήση αποσυμφορητικών σπρέι.

Στα πρώιμα στάδια η συμφόρεση και η απόφραξη της μύτης είναι προσωρινή και ανατάξιμη. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να έχουμε υποχώρηση της κατάστασης αν ελεγχθούν οι αιτίες που την προκαλούν.

Αν όμως η διαταραχή δεν ελεγχθεί και η κατάσταση χρονίσει τότε τα αγγεία χάνουν την ικανότητα τους να συστέλλονται, αλλάζουν σύσταση και συμπεριφέρονται όπως οι κιρσοί των κάτω άκρων. Γεμίζουν αίμα όταν ο ασθενής κατακλίνεται και γεμίζει αίμα η πλευρά που βρίσκεται προς τα κάτω όταν παίρνουμε πλάγια θέση στην κατάκλιση.

Η συμφόρεση συνήθως προκαλείται με τον ύπνο. Είναι ανακουφιστικό για ασθενείς με συμφορητική μύτη να ανυψώνουν τα πόδια του κρεβατιού τους από το προσκέφαλο 4-8 cm.

Η συμφορητική μύτη είναι μια κατάσταση που προκαλείται από πολλές παθολογικές καταστάσεις και ο ΩΡΛ, ο εξειδικευμένος στα νοσήματα της μύτης μπορεί να προτείνει θεραπεία προσαρμοσμένη στην κάθε περίπτωση.

 

Ιωάννα-Ελένη (Ελεάννα) Βιρβιδάκη, PhD, CCC-SLP
Μάστερ Παθολογίας Λόγου-Ομιλίας-Κατάποσης, Πανεπ. Βοστώνης, Η.Π.Α.
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπ. Ιωαννίνων
email: info@virvidaki.gr

Βιογραφικό.
H Ελεάννα Βιρβιδάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα ενώ έλκει την καταγωγή της από τα Χανιά. Το 1994 ξεκίνησε τον κύκλο των σπουδών της στην Βοστώνη των Ηνωμένων Πολιτειών με προπτυχιακές
σπουδές ιατρικής κατεύθυνσης και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Παθολογία Λόγου και Ομιλίας από το Boston University (MSc). Το 2001 απέκτησε το δίπλωμα της κλινικής επάρκειας (Certificate of Clinical Competence) στην Παθολογία Λόγου και Ομιλίας από την Αμερικάνικη Ένωση Λογοπαθολόγων και Ακοολόγων (ΑSHA), της οποίας παραμένει ενεργό μέλος έως και σήμερα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και πριν την επιστροφή της στην Ελλάδα, εργάσθηκε ως υπεύθυνη λογοπαθολόγος σε μεγάλες μονάδες αποκατάστασης νευρογενών διαταραχών επικοινωνίας και κατάποσης ενώ παράλληλα προσέφερε
εθελοντικά τις υπηρεσίες της στην κλινική λογοπαθολογίας του Massachusetts General Hospital. To 2003 επέστρεψε στην Αθήνα όπου συνεργάστηκε επί σειρά ετών με το Ιατρικό Κέντρο Αθηνών και την Μονάδα Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα. Έχει συμμετάσχει με πολυάριθμες ανακοινώσεις ως προσκεκλημένη εισηγήτρια και συντονίστρια σε διαλέξεις και στρογγυλές τράπεζες σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια, με επίκεντρο εισηγήσεων στην αξιολόγηση και αποκατάσταση νευρογενών διαταραχών επικοινωνίας και σίτισης-κατάποσης (δυσφαγίας). Από τα τέλη του 2009, λειτουργεί το ιδιωτικό της γραφείο στα Ιωάννινα, σήμερα ως επιστημονική υπεύθυνη της διερευνημένης διεπιστημονικής ομάδας «Λογοποίηση». Μεταξύ του 2009-2015, επιτέλεσε το διδακτικό της έργο στο τμήμα λογοθεραπείας του Πανεπιστημίου Ηπείρου ως έμμισθη επιστημονική συνεργάτης ενώ τελευταία, αποτελεί ακαδημαϊκή υπότροφο των τμημάτων λογοθεραπείας των Πανεπιστημίων Πατρών και Ιωαννίνων. Κλινικά, ασχολείται με
παιδιά, εφήβους, ενήλικες και υπερήλικες με διαταραχές ομιλίας και λόγου/γλώσσας, ενώ τα κύρια κλινικά και ερευνητικά της ενδιαφέροντα εστιάζουν στους τομείς αποκατάστασης λόγου-ομιλίας και σίτισης- κατάποσης σε επίκτητες νευρολογικές βλάβες. Σήμερα, είναι διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων με αντικείμενο τον προσυμπτωματικό έλεγχο κατάποσης στο οξύ αγγειακό
εγκεφαλικό επεισόδιο.